Πρόταση για διδακτικό σενάριο "Δημοσιογραφικός Λόγος"


Κατάθεση πρότασης εκπόνησης διδακτικού σεναρίου με τίτλο:
                               «Ο δημοσιογραφικός λόγος»

Διδάσκων καθηγητής: Νικόλαος Κων/νου Αλέφαντος

Στη διάρκεια του σχολικού έτους 2016-2017 προτιθέμεθα να εφαρμόσουμε ένα διδακτικό σενάριο που στοχεύει στην κριτική προσέγγιση του δημοσιογραφικού λόγου από τους/τις μαθητές/τριες της Β΄ τάξης. Το προτεινόμενο σενάριο είναι συμβατό με τη διδακτέα ύλη στο μάθημα της Νεοελληνικής Γλώσσας, αφού υπάγεται στο κεφάλαιο «Είδηση – Σχόλιο», το οποίο βρίσκεται στο διδακτικό βιβλίο της Γλώσσας της Β΄ τάξης του Λυκείου.
Με τον όρο «δημοσιογραφικός λόγος» αποκλείουμε εκ προοιμίου οποιαδήποτε έννοια γλωσσικής ομοιογένειας, καθώς στο θεσμικό πλαίσιο των Μέσων μαζικής ενημέρωσης και επικοινωνίας η δημοσιογραφία αποτελεί ένα πεδίο κοινωνικής ζωής με τις δικές του κοινωνικές πρακτικές. Το σύνολο αυτών των πρακτικών οριοθετεί έναν πολυδιάστατο χώρο γλωσσικής χρήσης. Επομένως, τα χαρακτηριστικά του λόγου ποικίλουν ανάλογα με τις ιδιαίτερες συνθήκες του εκάστοτε επικοινωνιακού πλαισίου[1]. Κατά συνέπεια, ο όρος «δημοσιογραφικός λόγος» χρησιμοποιείται περισσότερο ως τυπολογικός χαρακτηρισμός, για να αναφερθούμε σε αυτό το ευρύ φάσμα χρήσεων του λόγου στις κοινωνικές πρακτικές της δημοσιογραφίας.
Ωστόσο, παρά την ετερογένεια των γλωσσικών πρακτικών της δημοσιογραφίας, έχουν επισημανθεί στη βιβλιογραφία ορισμένα κοινά χαρακτηριστικά που διατρέχουν το φάσμα των ποικίλων εκφάνσεων του δημοσιογραφικού λόγου[2]. Ως προς το περιεχόμενό του, λοιπόν, ο δημοσιογραφικός λόγος είναι λόγος πληροφοριακός. Ο δημοσιογράφος λειτουργεί ως διαμεσολαβητής, ως δίαυλος επικοινωνίας μεταξύ δημοσίου πεδίου δράσης και ιδιωτικού πεδίου της καθημερινής ζωής. Από την άλλη, ως προς τη μορφή είναι λόγος επίσημος, καθώς κατά κανόνα η σύνταξη, το λεξιλόγιο και το γενικότερο ύφος του προσιδιάζουν στον θεσμικό και δημόσιο χαρακτήρα του (π.χ. μακροπερίοδος λόγος, περίπλοκη συντακτική δομή, η χρήση ορολογίας και λόγιου λεξιλογίου, καθώς και η πομπώδης και επίσημη γλώσσα)[3]. Τέλος, ο δημοσιογραφικός λόγος είναι λόγος απρόσωπος, καθώς αποτελεί προϊόν συλλογικής εργασίας.
Στο προτεινόμενο διδακτικό σενάριο θα εστιάσουμε ειδικότερα στα είδη του δημοσιογραφικού λόγου λαμβάνοντας υπόψη και τα παραπάνω χαρακτηριστικά του. Για την προσέγγιση των ειδών του θα βασιστούμε στην τυπολογία του Σ. Χατζησαββίδη[4], ο οποίος διακρίνει τον δημοσιογραφικό λόγο σε: α. Ειδησεογραφικό (τηλεοπτική είδηση, έντυπο άρθρο), β. Σχολιογραφικό (χαρακτηρίζεται από ποικιλία κειμένων, από τα οποία κάποια εμφανίζουν έντονα τα χαρακτηριστικά του γραπτού λόγου, ενώ κάποια άλλα προσιδιάζουν περισσότερο στον προφορικό λόγο), γ. Λόγο συνέντευξης (ατομική συνέντευξη, εκπομπές λόγου), ο οποίος εμφανίζει σε μεγάλο βαθμό χαρακτηριστικά που προσιδιάζουν στον προφορικό λόγο (ελλειπτικότητα, επανάληψη), δ. Λόγο τίτλων (τίτλοι δημοσιογραφικών κειμένων στον έντυπο και ηλεκτρονικό τύπο), ο οποίος είναι συχνά υπαινικτικός, ελλειπτικός και χαρακτηρίζεται από τη χρήση στερεότυπων εκφράσεων του προφορικού λόγου.
Οι παραπάνω θεωρητικές αρχές είναι ανάγκη να γίνουν κτήμα των μαθητών, προκειμένου να θωρακιστούν με τις απαραίτητες δεξιότητες που θα τους βοηθήσουν σε μεταγνωστικό επίπεδο να κατανοούν τον δημοσιογραφικό λόγο και τα ρητά ή υπόρρητα νοήματα που εμπεριέχει. Αυτή, άλλωστε, είναι βασική στόχευση της παιδαγωγικής του κριτικού γραμματισμού, στην οποία διεθνώς θεμελιώνεται η γλωσσική διδασκαλία. Οι γνώσεις, δηλαδή, για τη γλώσσα (και τον λόγο), βασίζονται πλέον σε σύγχρονες διδακτικές αντιλήψεις σύμφωνα με τις οποίες η εστίαση στις γνώσεις για τη γλώσσα δεν είναι αυτοσκοπός, αλλά εξυπηρετεί την κατανόηση και κριτική ανάγνωση των κειμένων, επομένως και του κόσμου, και μάλιστα οι γνώσεις αυτές δεν πρέπει να ταυτίζονται με τον παραδοσιακό τρόπο διδασκαλίας της Γραμματικής. Επίσης, με δεδομένη τη στροφή προς την πολυτροπικότητα στη σύγχρονη επικοινωνία κρίνεται αναγκαία η ανάδειξη των γλωσσικών/σημειωτικών επιλογών με τις οποίες υλοποιείται κάθε φορά η πρόθεση του πομπού, ανάλογα με το είδος του κειμένου ή τον κειμενικό τύπο, την περίσταση και τον αποδέκτη του μηνύματος. Οι γνώσεις για τη γλώσσα και τη σημείωση αποτελούν εργαλεία που θα βοηθήσουν τα παιδιά να κατανοούν, να κρίνουν και να παράγουν με επάρκεια μεγάλη ποικιλία κειμένων, δεξιότητα που κάθε εγγράμματος πολίτης πρέπει να έχει σήμερα.
Με βάση τα παραπάνω θεωρούμε αναγκαία την εφαρμογή στη διδακτική πράξη του διδακτικού σεναρίου που έχουμε σχεδιάσει. Το σενάριο αυτό βασίζεται στις αρχές της ενεργητικής μάθησης, καθώς δίνει το έναυσμα στους/τις μαθητές/τριες να αυτενεργήσουν κατευθυνόμενοι από τον καθηγητή και τα ερεθίσματα που παρέχουν τα φύλλα εργασίας. Η ενεργοποίηση του ενδιαφέροντος είναι ο κινητήριος μοχλός που θα δώσει την ώθηση στην κριτική ανάγνωση των κειμένων, την αναζήτηση των κινήτρων δράσης των ανθρώπων, οι οποίοι πρωταγωνιστούν στα γεγονότα που δημοσιεύονται, της οπτικής γωνίας του πομπού, του κοινού στο οποίο απευθύνεται, της πρόθεσής του και των γλωσσικών επιλογών και σημειωτικών μέσων που επιστρατεύει προς την κατεύθυνση υλοποίησής της.
Παράλληλα, το προτεινόμενο διδακτικό σενάριο στηρίζεται στις θεωρητικές αρχές της ομαδοσυνεργατικής μάθησης, η οποία προάγει τις διαμαθητικές σχέσεις σε κλίμα δημοκρατικότητας και συνεργατικού πνεύματος. Σε αντίθεση με την παραδοσιακή αντίληψη, η οποία θεωρεί ότι σημαντική στην εκπαίδευση είναι η γνώση, το ομαδοσυνεργατικό μοντέλο ασπάζεται την επιστημολογική θέση ότι εξίσου σημαντική με το περιεχόμενο είναι η διαδικασία της διδασκαλίας, μέσω της οποίας αποκτάται η γνώση. Μάλιστα, είναι γενικότερα αποδεκτό ότι οι σημερινοί μαθητές θα βρεθούν μελλοντικά στην ανάγκη να αναζητήσουν και να επεξεργασθούν τις διαθέσιμες πληροφορίες παρά στην ανάγκη να ανακαλέσουν απλώς από τη μνήμη τους πληροφορίες που κατέχουν [5].
Το διδακτικό σενάριο, λοιπόν, που προτείνουμε είναι διάρκειας έξι διδακτικών ωρών, από τις οποίες οι τρεις διδακτικές ώρες θα αντληθούν από το μάθημα της Νεοελληνικής Γλώσσας και οι άλλες τρεις από το μάθημα της Λογοτεχνίας. Ειδικότερα, στο μάθημα της Νεοελληνικής Γλώσσας οι μαθητές/τριες του τμήματος θα χωρισθούν σε πέντε ομάδες και με την καθοδήγηση του διδάσκοντος θα επεξεργασθούν από ένα φύλλο εργασίας που θα τους δοθεί με περιεχόμενο κείμενα που υπάγονται σε είδη του δημοσιογραφικού λόγου. Οι δραστηριότητες που καλούνται να διενεργήσουν αφορούν στα χαρακτηριστικά του λόγου των κειμένων. Η επεξεργασία των κειμένων προβλέπεται να γίνει στη διάρκεια της πρώτης διδακτικής ώρας. Στη δεύτερη και την τρίτη διδακτική ώρα οι μαθητές/τριες κάθε ομάδας θα ανακοινώσουν στην ολομέλεια του τμήματος τα αποτελέσματα της εργασίας τους και θα γίνει ανάλογη συζήτηση, με αφόρμηση τις εργασίες, προκειμένου να υπάρξει από τον διδάσκοντα η απαραίτητη διασύνδεση των απαντήσεων με στοιχεία θεωρίας που περιέχονται στο διδακτικό βιβλίο της Γλώσσας.
Από την άλλη, στις επόμενες δύο διδακτικές ώρες από το μάθημα της Λογοτεχνίας ο διδακτικός σχεδιασμός έχει ως εξής: την πρώτη διδακτική ώρα θα ζητηθεί από τους/τις μαθητές/τριες του τμήματος (στην ίδια διάταξη των ομάδων) η κριτική ανάγνωση και καταγραφή σημειώσεων σε επίπεδο περιεχομένου/ιδεών και γλωσσικών επιλογών ενός πεζού λογοτεχνικού κειμένου που υπάρχει στο διδακτικό βιβλίο της Λογοτεχνίας της Β΄ τάξης του Λυκείου. Πρόθεσή μας είναι τα κείμενα αυτά να υπάγονται στη διδακτέα ύλη που θα ορισθεί από την ομάδα των φιλολόγων που θα αναλάβουν τη διδασκαλία του μαθήματος για το σχολικό έτος 2016-2017, προκειμένου να υπάρχει η απαραίτητη συμβατότητα. Στην επόμενη διδακτική ώρα οι μαθητές/τριες θα κληθούν να παραγάγουν ομαδικά δημοσιογραφικό λόγο στη βάση του λογοτεχνικού κειμένου που μελέτησαν. Στην τρίτη διδακτική ώρα θα ανακοινωθούν οι εργασίες τους στην ολομέλεια του τμήματος και θα υπάρξει συζήτηση που θα εστιάζει κυρίως στις γλωσσικές επιλογές που προτίμησαν για τη σύνταξη του κειμένου και στη διαφοροποίηση αυτών σε σχέση με τον λογοτεχνικό λόγο. 
 Με αυτό τον τρόπο το διδακτικό σενάριο που προτείνουμε εμπλέκει στη γλωσσική διδασκαλία και το γνωστικό αντικείμενο της Λογοτεχνίας. Η διαθεματική προσέγγιση των δύο γνωστικών αντικειμένων είναι θεμιτή και αναγκαία σύμφωνα με τις αρχές της Κειμενογλωσσολογίας. Και αυτό γιατί για την Κειμενογλωσσολογία και την Ανάλυση Λόγου τα λογοτεχνικά κείμενα θεωρούνται αυθεντικά κείμενα για τη διδασκαλία. Άλλωστε, η μετατροπή ενός λογοτεχνικού κειμένου σε δημοσιογραφικό λόγο προϋποθέτει τις απαραίτητες υφολογικές αλλαγές με τις κατάλληλες γλωσσικές επιλογές και με αυτό τον τρόπο οι μαθητές/τριες θα κατανοήσουν καλύτερα τη λειτουργική χρήση της γλώσσας ανάλογα με την καταστασιακή περίσταση και το ζητούμενο κάθε φορά είδος κειμένου.
Τέλος, να σημειώσουμε ότι στο τέλος κάθε διδακτικής δράσης στη Νεοελληνική Γλώσσα και στη Λογοτεχνία οι μαθητές/τριες θα συμπληρώσουν από ένα Φύλλο αξιολόγησης και αυτοαξιολόγησης καθώς και ότι στη διάρκεια κάθε διδακτικής παρέμβασης ο διδάσκων θα καταγράφει σε ημερολόγιο τις παρατηρήσεις του αναφορικά με τη συμμετοχικότητα, το ενδιαφέρον και τη διάθεση των μαθητών/τριών, παρατηρήσεις που θα ληφθούν υπόψη για την αξιολόγησή τους. Επίσης, στο τέλος της σχολικής χρονιάς θα παραδώσουμε στο ΕΠΕΣ του σχολείου μας το Ημερολόγιο Καταγραφής των Ομαδοσυνεργατικών Δράσεων και πρόθεσή μας είναι να δημοσιεύσουμε τα Φύλλα εργασίας της δράσης και τις ομαδικές εργασίες των μαθητών/τριών στην ιστοσελίδα του σχολείου μας.
Με εκτίμηση,
Νικόλαος Κων/νου Αλέφαντος
                                                       Φιλόλογος


ΚΑΙ ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΕΣ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΕΙΣ

  



[1] Ανδρουτσόπουλος, Γ.Κ. (2001). “Γλωσσολογικές προσεγγίσεις στο δημοσιογραφικό λόγο: είδη, ποικιλότητα και   
   ιδεολογία”. Μορφωτικό ΄Ιδρυμα ΕΣΗΕΑ (εκδ.), «Δημοσιογραφία και γλώσσα» (Πρακτικά Συνεδρίου), Πολίτης     Π. (2001). «Γένη και είδη λόγου». Στο Α.-Φ. Χριστίδης (επιμ.), Λόγος και κείμενο. Δράση 1 του Ηλεκτρονικού Κόμβου του Κέντρου Ελληνικής Γλώσσας (ΥΠΕΠΘ), www.komvos.edu.gr. Θεσσαλονίκη.
[2] Χατζησαββίδης Σ. (2000). Ελληνική Γλώσσα και Δημοσιογραφικός Λόγος – Θεωρητικές και ερευνητικές      προσεγγίσεις. Αθήνα: Gutenberg.

[3]  Πολίτης     Π. (2001). «Γένη και είδη λόγου». Στο Α.-Φ. Χριστίδης (επιμ.), Λόγος και κείμενο. Δράση 1 του Ηλεκτρονικού Κόμβου του Κέντρου Ελληνικής Γλώσσας (ΥΠΕΠΘ), www.komvos.edu.gr. Θεσσαλονίκη. σ. 115
[4] Χατζησαββίδης Σ. (2000). Ελληνική Γλώσσα και Δημοσιογραφικός Λόγος – Θεωρητικές και ερευνητικές  προσεγγίσεις. Αθήνα: Gutenberg. σ. 48-52

[5]  Ματσαγγούρας,Η., (2000) Ομαδοσυνεργατική Διδασκαλία και Μάθηση. Αθήνα, Γρηγόρης. σ.23

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Ο Πληροφοριακός Λόγος

Το κειμενικό είδος της επιστολής

Διαγνωστικό τεστ στη Γλώσσα Α΄ Λυκείου